Just another WordPress.com site

ΔΙΟΝΥΣΙΑΔΟΥ (ΛΙΖΑ)

Λίζα Διονυσιάδου : Στον δρόμο του νερού

Η   Λ ί ζ α   Δ ι ο ν υ σ ι ά δ ο υ   γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη και ζει στην Αθήνα και την Αίγινα.  Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Μόσχα. Έχουν εκδοθεί δύο ποιητικά βιβλία της, τα  Εν λευκώ  και  Προς τα έξω (Οδός Πανός, 2001) και τρία πεζά: Ο Καθρέφτης,  Το τι του Τίποτα (Ροές, 2003, 2009),  Από μια σταγόνα γάλα (Publibook, 2011).

 

 

 Φωτογραφία: John Harrison

 

Στον δρόμο του νερού

Στον δρόμο του νερού,
φυτρώνουν πικροδάφνες
και καλαμιές λικνίζονται στον άνεμο.
ο δρόμος του νερού
είναι μονόδρομος.
κυλάει το νερό
—διασχίζοντας,
αδιαφορώντας,
παρασύροντας—
και, αμερόληπτα,
το πεπρωμένο του εκπληρώνει.

(Από την συλλογή Εν λευκώ, Οδός Πανός 2001) 


 

 

Φωτογραφία: Σπύρος Ηλιόπουλος


Η σκιά του σύννεφου

Βουνοπλαγιές,
στη σκιά του σύννεφου.
Από κάτω, η χώρα,
η χαϊδεμένη του ήλιου.

Είναι φευγαλέα η σκιά
στη χώρα του ήλιου,
—παρηγοριέμαι—,
σμάρι πουλιών,
περνούν τα σύννεφα,
λίγο κρατάει η μιζέρια.

Τα όνειρα μες το κεφάλι μου,
πιο γρήγορα απ’ τα σύννεφα
ταξιδεύουν.
Μάταια παλεύουν να απαγκιάσουν
στην συννεφένια σκιά.

Φυσάει ο φθινοπωριάτικος άνεμος,
όνειρα περιπλανώμενα.
πάνω από ξεραμένα χώματα,
αλλάζουν τα χρώματα του ονείρου.

Ήρθαν κι αυτή τη χρονιά οι κυνηγοί.
Ακόμα κι όταν τρέχουν τα βάσανα,
εκείνοι ελαύνουν
στις απαγορευμένες ζώνες.

«Απαγορεύεται το κυνήγι»,
αναγράφεται στις πινακίδες,
μα σε κείνο τον τόπο,
ανάγνωση έμαθαν μόνο τα ορτύκια
και οι πέρδικες.

Πού είναι αυτό το νησί;
Θέλω να στολίσω τα σπίτια του
με πέτρινα χαϊκού.

Τα σπίτια απλώνονται,
άσπρη, άμορφη λάβα,
κόμποι,
δεμένοι σε ηλίθια διατάγματα.

Πετάει η σκιά του σύννεφου
στις βουνοπλαγιές,
ανήμπορη να φέρει τη γαλήνη.
Όσο και να ταλαντεύεται
δεν αφήνει τα ίχνη της,
σαν το νερό γλιστράει
μέσα απ’ τα  χέρια μου.

(Ανέκδοτο ποίημα)


Λ  ί  ζ  α   Δ  ι  ο  ν  υ  σ  ι  ά  δ  ο  υ

 

 

 

Ο δρόμος του νερού


Λίζα Διονυσιάδου : Τελετές κοιμητηρίου

 

 

Η   Λ ί ζ α   Δ ι ο ν υ σ ι ά δ ο υ   γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη και ζει στην Αθήνα και την Αίγινα.  Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Μόσχα. Έχουν εκδοθεί δύο ποιητικά βιβλία της, τα  Εν λευκώ  και  Προς τα έξω (Οδός Πανός, 2001) και τρία πεζά: Ο Καθρέφτης,  Το τι του Τίποτα (Ροές, 2003, 2009),  Από μια σταγόνα γάλα (Publibook, 2011).

 

 

 

Paul Delvaux: The village of the mermaids (1942)

 

 

Τ ε λ ε τ έ ς   κ ο ι μ η τ η ρ ί ο υ

Στο κοιμητήριο των αισθημάτων,
καθημερινά,
ακούραστοι νεκροθάφτες
καταχωνιάζουν στα βάθη του μυαλού,
συγκινήσεις.
τις πλακώνουν ύστερα,
με ανούσια,
καθημερινά περιστατικά.
Ήσυχα.
Στιγμές, στιγμές, θορυβούν οι κοινοτοπίες
με λάδια, λουμίνια, λουλούδια, καντήλια.
Μαυροφορεμένοι συγγενείς,
αντιγραφείς καθημερινών συμβάντων,
συνομιλούν, παρηγοριούνται.
Δοκιμάζουν κόλλυβα,
ασκούνται στην τέχνη της μνήμης.

(Από τη συλλογή Προς τα έξω)

 

 

Έ κ λ ε ι ψ η   η λ ί ο υ

Σε κείνο τον τόπο, όταν σκοτείνιαζε, πίστευαν πως το φώς, κάνει πως κρύβεται,

μόνο και μόνο για να παίξει μαζί τους. Η συσκότιση, ήταν η διασκέδασή τους.
Είχαν όλοι συνηθίσει την εμφάνιση του ήλιου, σαν περιστασιακό συμβάν.

Αυτός, ήταν ο κύριος λόγος, που κανείς δεν αισθάνθηκε την ολική έκλειψη.

(Ανέκδοτο ποίημα)

 

 

Σ η μ ε ί ω σ η  σ τ ο   μ ά θ η μ α  τ η ς  Ι σ τ ο ρ ί α ς

Στον αιώνα μου,
σημειώθηκαν αλλαγές στον άξονα του κόσμου.
η μετατόπιση της γης
προς τη μεριά της κόλασης,
άλλαξε την τιμή της απόστασης
μεταξύ ουρανού και γης.
Τον θάνατο τότε τον ξόρκιζαν
με μικρούς,  μαλακούς,
θανάτους
καθημερινούς !
περίεργα αντικείμενα,
στοιβαγμένα σε δωμάτια,
εμπόδιζαν το πέρασμα του ονείρου !

υπερβολική προσπάθεια αφαίρεσης,
οδηγούσε τους ενοίκους,
σε θαλάμους  λευκούς,
με νούμερα.
Μερικούς  αιώνες πριν,
είχαν ανθίσει :
ο πολιτισμός, η δύναμη, οι τέχνες !

στην δική μου εποχή,
τα ευρήματα,
αλλοιωμένα από χημεία ευτυχίας
δυσκόλευαν την εκτίμηση των αρχαιολόγων.
Το κεφάλαιο της ιστορίας,
σημειωμένο με σταυρουδάκι από μαθητή του μέλλοντος
ήταν σύντομο.

(Έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ)

 

 

Λ   ί   ζ   α     Δ   ι   ο   ν   υ   σ   ι   ά   δ   ο   υ 

 

 

 

. . . . . . . .

Πηγή για Delvaux (Μermaids):

http://www.english.emory.edu/classes/Paintings&Poems.original/mermaids.html   

   


H μάχη της ποίησης

 

 

 

Δυο φιγούρες γηραλέες
και κατάπληκτες.
Ήχοι άπτον ουρανίσκο
και απέναντι.
Στα μάτια κοιτάζονται
και περιστρέφονται.

Βλέμματα μακρινά,
εντυπωσιασμένα.

Σκύβουν μετά, σε αργή κίνηση,
με ορθοπεδικό τρόμο.
Πάλι κοιτάζονται
και γελούν.

Τώρα στάθηκαν ακίνητοι,
μισή στροφή,
κάπου ανάμεσα κλάμα και γέλιο.
Μονότονα εκπλήσσονται
σε αγκυλωμένες κινήσεις
μοίρας αδιέξοδης.

Απαγγέλλοντας άνθη,
διορθώνουν τις λέξεις.
Πληγώνοντας λέξεις
στη μάχη της ποίησης.

Κύμβαλου βογγητό,
πνιγμένος ήχος,
απελευθερωμένος απ’ τον ψαλμό.

Λουλούδια λυπημένα στο φεγγαρόφωτο,
κι η μοναξιά των βράχων,
μέσα στο κλάμα της θαλασσινής σπηλιάς.

Ήχος βόγγος,
στη σιγαλιά των αγαλμάτων.

Ο ποιητής γονάτισε,
άφησε το κλαράκι του στο χώμα
και προσευχήθηκε.
Έτσι μας αποχαιρέτησε
για αλλού.
Τον καλούν φωνές
και στρέφεται.
Πρόκειται να φθάσει
στο τέλος του δρόμου
δίχως να προφτάσει,
ραγίζοντας τον χρόνο
με τα σχιστά του μάτια,
με πιο πολύ σιωπή απ’ την ανάσα.
Ο ήχος,
απ’ το βάθος του στέρφου πηγαδιού,
πνιχτή ικεσία μονόλογου.

Άνθρωποι πετρωμένοι,
αμέτοχοι, τυφλοί,
κουφοί, πετρωμένοι.

 

 

ΛΙΖΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑΔΟΥ

(Γραμμένο στο Τόκιο, στην διάρκεια μιας παράστασης του θεάτρου Νο, το 2006.)